Ένα καλοκαίρι…όνειρο.

Έχω ένα μεγάλο σακ βουαγιαζ ανοιχτό πάνω στο κρεβάτι και βάζω μέσα ρούχα τυλιγμένα σε μικρά ρολά για να πιάνουν όσο γίνεται λιγότερο χώρο. Τριάντα μακό μπλουζάκια, τρία-τέσσερα μαλακά φαρδιά παντελόνια, δυο άσπρα, φαρδιά, αέρινα, ασιδέρωτα φορέματα, τέσσερις βερμούδες, μαγιό, πετσέτα θαλάσσης, εσώρουχα, μια μπλούζα φούτερ και μια ζακέτα. Επίσης σαγιονάρες, αθλητικά και εσπαντρίγιες. Αυτά. Τίποτα άλλο.
Για χρόνια ολόκληρα, ετοιμάζοντας βαλίτσες για διακοπές, στρίμωχνα με αριστοτεχνική επιδεξιότητα: Ρούχα για τέσσερα και αργότερα για πέντε άτομα. Μακό μπλουζάκια, σορτς, εσώρουχα, πέδιλα, σαγιονάρες, παπούτσια θαλάσσης, παντελόνια τζιν μακριά για τις βραδινές ψύχρες, μακρυμάνικα πουκάμισα ή μπλουζάκια ή και τα δύο, κάλτσες και κλειστά αθλητικά παπούτσια, για τα χαλίκια, τις ορειβασίες! και τα φίδια!, ζακέτες, μπουφάν, μπλουζάκια φούτερ, φούστες, φορέματα, κολάν, πέδιλα, πιζάμες καλοκαιρινές για τις βραδινές υγρασίες αλλά και καμιά μακρυμάνικη και μακροπόδαρη για το μικρότερο παιδί (γυρεύεις καμιά φορά, πόσο μπορεί να χαλάσει ο καιρός μες’ το κατακαλόκαιρο;)
Και βέβαια από μια «φορεσιά», «καλών» ρούχων και παπουτσιών, επί πέντε( Χ 5), διότι όταν πηγαίνεις στο μέρος που έχεις συγγενείς, σίγουρα μες το καλοκαίρι θα υπάρξει ένας ή και δύο γάμοι, ή μια και δύο βαπτίσεις ή και μνημόσυνο! (όπου χρειάζεσαι και σκούρα ανάλογη ενδυμασία, σύμφωνα με ήθη και έθιμα της περιοχής)
Όλα τα παραπάνω ρούχα, αναφέρονται σε δύο ενήλικους και τρία παιδιά διαφορετικών ηλικιών και διαφορετικού φύλου τα πλησιέστερα σε ηλικία, οπότε το καθένα, χρειαζόταν τα εντελώς δικά του.
(Ας μην πάμε σε πιο παλιές εποχές που χρειάζονταν είδη νηπιακής ηλικίας, ειδικά καθίσματα αυτοκινήτου, εκατομμύρια πλειμομπίλ, τρανφόρμερς, παραμύθια, αργότερα κόμιξ, γκειμ μπόι, τουβλάκια, ζωάκια και πάει λέγοντας!)
Στην τσάντα της θάλασσας στρίμωχνα: Καπέλα, μαγιό, πετσέτες, αντηλιακά, κρέμες για το κάψιμο, στικ με αμμωνία για τα τσιμπήματα, πιο παλιά,, μπρατσάκια, αλλά και παιχνίδια θαλάσσης, ψάθες και βέβαια στο βάθος του πορτμπαγκάζ, ομπρέλα με όλα της τα σχετικά. Στα απαραίτητα, συμπεριλαμβάνονται πάντα εκτός των απαραίτητων καλλυντικών και λουστικών, φάρμακα για πυρετό, πονόδοντο, αλλεργίες, θερμόμετρο, πιστολάκι, βούρτσες, σίδερο (μικρό, εντάξει, ταξιδίου)
Χιλιάδες μικροαντικείμενα, όπως: ανοιχτήρι, ψαλίδι, χανζαπλαστ, ζώνη, κορδόνια, βερνίκι, μαχαίρι, κουτάλι, πηρούνι, είδη ραπτικής, σεικερ, σακούλες για διάφορες χρήσεις. Στο αυτοκίνητο βέβαια, συγκέντρωνα τα απαραίτητα σιντι για τις ατελείωτες διαδρομές, νερά, μπισκότα, κεικ κλπ.ακόμα τεντάκια για τον ήλιο! Κλπ. Έτσι κάπως βγήκαν εκείνα τα θαυμάσια ανέκδοτα που με περίμεναν, όταν έφθανα ασθμαίνοντας τελευταία στο αυτοκίνητο, με μια τελευταία τσάντα που έπρεπε κάπου να χωρέσει και μόλις έλεγα: «Άνοιξέ μου το πορτμπαγκάζ» όλοι μαζί φώναζαν: «΄ΌΟΟχχχιιιι» ¨Η το άλλο το εύστοχο, όπου κάποιος έλεγε σοβαρά σοβαρά: «Όπα, όπα! Πού πάμε;Το ψυγείο ξεχάσαμε!» Και όταν εγώ εκνευριζόμουν, το συνέχιζε: «Μα γιατί; Τέσσερα ροδάκια χρειάζεται τίποτα άλλο!» και όταν εγώ απειλούσα να θυμώσω στα αλήθεια, έλεγε αθώα: «Καλά εντάξει πλάκα κάνω» Και σε ένα λεπτό: «Το πιάνο όμως; Γιατί δεν το παίρνουμε;»
Και χαχανίζανε κι άλλο.
Και το άλλο βέβαια, που υποτίθεται ότι ήταν θετικό σχόλιο: «Εσύ, εσύ και ο στρατός έχετε αυτή την τέλεια οργάνωση!»
Αυτές τις εποχές τις θυμάμαι με αρκετή ικανοποίηση. Αφενός αντιμετώπισα αρκετές έκτακτες καταστάσεις με επάρκεια και ηρεμία και αφετέρου: πάντα ήμουν σίγουρη, ότι όταν αυτό που κάνεις είναι σύμφωνο με τα πιστεύω σου και τις ανάγκες σου, αυτό σε κάνει να νοιώθεις σίγουρος, ήρεμος και να είσαι αποτελεσματικός.
Πέρασαν αρκετά χρόνια, το άγχος για το αιφνίδιο, που μπορεί να σε βρει απροετοίμαστο, έμαθα σιγά σιγά να το χειρίζομαι(;) ή μήπως να αποδέχομαι, ότι δεν μπορείς να προβλέψεις και να ελέγξεις τα πάντα;
Φτιάχνοντας τώρα τη βαλίτσα, όλο σκέφτομαι, «τα φαρφουρένια πιάτα» του Καζαντζάκη που διάβασα στα δεκαοκτώ. Αυτά τα «φαρφουρένια πιάτα» τα άφησα πίσω μου πια. Τίποτα άλλο λοιπόν, μόνον αυτά.

Τρεις ολόκληρους μήνες θα λείψω. Όσο κρατάει το ελληνικό καλοκαίρι. Μπορεί και τέσσερις.
Θα κλειδώσω το σπίτι και θα αφήσω κλειδωμένα μέσα, όλα τα «γιατί» και τα «διότι» και «τα εξ αιτίας» και τα «φοβάμαι» και «λυπάμαι» και τα «ίσως» και τα «δεν μπορώ» και «δεν γίνεται» κι εκείνα τα «μια άλλη φορά» ή «όταν μπορέσω» ή « όταν έχω τη δυνατότητα». Δεν χρειάζομαι πολλά χρήματα για όλον αυτό τον καιρό. Μόνο για βενζίνη, για πρόχειρο ή σπιτικό φαγητό, φρούτα, εισιτήρια σε καραβάκια και μουσεία.
Τα έξοδα θα είναι πιο πολύ για κλειδαριές και ασφάλειες στο σπίτι, σιχαίνομαι τους απρόσκλητους εισβολείς αλλά και πρέπει να τριπλοκλειδώσω όλα όσα θα θελήσουν κλεφτά και ύπουλα να με ακολουθήσουν και να χαλάσουν το όνειρο.
Α! ναι θα υπάρξουν και κάποια έξοδα υποδομής. Σλίππινγκ μπαγκ και μια εύκολη ελαφριά σκηνή για ελεύθερο κάμπινγκ με λίγα, τα απολύτως απαραίτητα αξεσουάρ.
Θα πάρω το πλοίο. Δεν χρειάζεται καμπίνα, ούτε καν αυτές οι εκνευριστικές θέσεις στους καναπέδες, που δίνεις μάχες για να πείσεις κάποιον ότι τρία άτομα κ τρεις βαλίτσες δεν χρειάζονται τρεις καναπέδες και δυο πολυθρόνες. Ούτε οι αεροπορικές που πιάνεσαι. Ούτε οι θέσεις στο μπαρ που ζαλίζεσαι από τις φωνές και το ατελείωτο πηγαινέλα των πάντων. Κατάστρωμα και αν κουραστώ και νυστάξω, θα βρω μια ήσυχη γωνίτσα και θα κλειστώ στο σλίππινγκ μπαγκ μέχρι την ανατολή.
Όταν κατέβω, το πρόγραμμα θα έχει φαράγγια, άλλα με τα πόδια κι άλλα με τ’ αυτοκίνητο. Και χωριά, καταπράσινα, με νερά και εκκλησιές, που το κερί σου μένει αναμμένο για ώρα και μυρίζει κερί και με καφενεία που μαγειρεύουν γιαγιάδες, τα αβγά της κότας τους, τις ντομάτες τους και τη μυζήθρα και τα χόρτα τα άγρια και πίτες με μέλι θυμαρίσιο πικρούτσικο και θα’χει απαραιτήτως πολύ, πιο πολύ, ακόμα πιο πολύ, θάλασσα. Άλλες φορές στην καταγάλανη θάλασσα κι άλλες σε κρυστάλλινα καταπράσινα νερά, χωρίς ξαπλώστρες και χωρίς καντίνες. Σίγουρα στο Φραγκοκάστελο και στο ελαφονήσι και στην Παλιόχωρα και στη Σούγια και στην Χώρα Σφακιών.Θα ανέβω στην Ανώπολη.Θα κολυμπήσω στα Φαλάσαρνα. Θα φτάσω στην Αγία Ρουμέλη και στο Λουτρό.
Τι να με βρει πια στο Λουτρό, που πάντα τ’ άφηνα; Για τον εαυτό σου δεν φοβάσαι, κάπως τα βολεύεις με το Θεό ή με το πείσμα σου, με τη δύναμή σου και τη θέληση ή την παραίτησή σου και την μοιρολατρία σου, για τα παιδιά φοβάσαι. Που εκεί δεν χωράει λογαριασμούς και παζαρέματα.
Θα προσκυνήσω άλλη μια φορά τα θύματα της θηριωδίας στην Κάνδανο . Μετά θα προχωρήσω στο Ρέθυμνο. Θα δω τα μικρά μουσεία, τα χωριά και τα νερά της Αργυρούπολης. Και τον Πρέβελη. Τον Πρέβελη κακώς τον άφησα. Τρία παιδιά να κατεβούν τόσα σκαλοπάτια και με τα πράγματα της θάλασσας στο χέρι, στην Ελλάδα είναι λογαριασμός και δείλιασα. Κανένας δεν απλώνει το χέρι του να σε βοηθήσει κακά τα ψέματα, παρά μόνο αν είναι αλλοδαπός! Ας είναι, ήρθε η ώρα του! Ευτυχώς δεν στέρεψε, με περίμενε, γιατί καμιά φορά μέχρι να πάρεις εσύ την απόφαση να κάνεις κάτι,
Δεν γίνεται πια.
Θα κατέβω στον Πλακιά κι αφού δεν έπαθα το έμφραγμα τότε, που ήμουν ανίδεη από την παγωνιά του και την αγριάδα του και με δοκίμασε αν κάνω για εξ αγχιστείας κρητικιά, ε, τώρα πιστεύω πως μπορούμε να τα βρούμε φιλικά.
Το ελεύθερο καμπινγκ θα το κάνω εκεί, στην παραλία του Άγιου Παύλου που χρόνια το ακούω και το ονειρεύομαι. Δεν πειράζει κι αν απαγορεύεται. Ας είναι για μια βραδιά, έτσι για να ξυπνήσουμε από τον παφλασμό της θάλασσας με τις πρώτες ακτίνες του ήλιου. Να μπούμε στη θάλασσα και να βγούμε εκατοντάδες φορές, μέχρι να βαρεθούμε και να βάλουμε φωτιά να ψήσουμε κάτι για πρόχειρο φαγητό. Κι αν έλθουν «οι πολισμάνοι», να τους πω πως ήταν τάμα στον Άγιο Παύλο να κοιμηθώ στην αυλή του κι αν τους βαστάει, ας τα βάλουν με τον Άγιο.
Έξω απ το Ηράκλειο, θα ρωτήσω να βρω, αυτόν που έχει το ταβερνείο και στις εφτά το πρωί, σερβίρει σουβλιστό για πρωινό, με κρασί και τυρί και θα διορθώσω την αμαρτία μου που μετανιώνω μια ζωή, όταν προτίμησα το νεσκαφέ με τα Export και τη μαρμελάδα με το ψωμί, αρνούμενη μετά βδελυγμίας, όλο εκείνο το γαστριμαργικό πρωινό όργιο, που φοβήθηκα πως θα με αφομοιώσει και απέρριψα απολύτως.
Στο Ηράκλειο είναι κι η Μαρία που αλληλογραφούσαμε στα δεκαπέντε μας και που αν είχα μια αδελφή, αυτή θα ήταν χωρίς αμφιβολία. Θα τη δω απαραιτήτως θα ακούσω τις σοφίες της με την τραγουδιστή Λασιθιώτικη φωνή της και θα μετρήσω τα χρόνια που περάσανε και δεν χαλάσανε τίποτα απ’ την επαφή μας. Θα δω το μουσείο και θα κολυμπήσω σε γαλάζιες ακρογιαλιές.Θα «γνωρίσω» και τη Λιλή, που παίζαμε μικρές στην Ηλιούπολη και θυμάμαι τα μακριά και αδύνατα δάχτυλά της!
Τέλος θα φτάσουμε στο Λασίθι.Θα πάμε στην Ιεράπετρα και τη Σητεία,στο Βάι και την Αγιά Φωτιά και το Ζάκρο, με τα υφαντά στους δρόμους και τον Άγιο Νικόλαο με τη λίμνη τη βαθειά την άπατη, σαν την άπατη ψυχή του ανθρώπου.
Θα μένουμε σε μικρά δωμάτια, χωρίς πρωινά με ωράριο που χρειάζεται ξυπνητήρι για να τα προλάβεις. Θα κολυμπάμε ατέλειωτα, ώρες άσχετες και ασύμβατες με τους επίσημους τουρίστες, θα ζούμε στα μικρά χωριά και στα κεφαλοχώρια, θα βλέπουμε τις παραστάσεις ή τις μουσικές στις πλατείες και στις αυλές των σχολείων και θα μαζεύουμε κοχύλια, βότσαλα κι ηλιοβασιλέματα. Θα πάμε όπου μπορούμε να δούμε τρύγο και πάτημα σταφυλιών και ό, τι άλλο γνήσιο κάνει ή γιορτάζει ο τόπος.
Στο τέλος του καλοκαιριού, όταν θα αρχίσουν οι μέρες να μικραίνουν, θα λυπηθούμε, αλλά θα κολυμπάμε ακόμα με τα μικρά κύματα και τις συννεφιές και θα μαζεύουμε αέρηδες. Θα βλέπουμε τον ήλιο σιγά σιγά να αλλάζει χρώμα και τον ουρανό άλλοτε να σκουραίνει κι άλλοτε να επιμένει πεισματάρικα στο γαλάζιο. Θα αρχίσουμε να φοράμε πιο συχνά τη ζακέτα τα βράδια και θα πίνουμε λίγο κρασάκι όταν ψυχραίνει.
Αν βρέξει θα περπατάμε στη βροχή, χωρίς ομπρέλα, χωρίς φόβο, χωρίς ενόχληση. Θα μυρίζουμε τη βρεγμένη γη και θα ξεφοβόμαστε το θάνατο.
Θα γυρίσουμε όλα τα ξωκλήσια και θα ανάψουμε όλα τα καντήλια τους κι ας έχει αντίρρηση κι ο Μάρξ κι ο Λένιν κι όλοι οι επίγονοι τους.
Δεν θα κοιταζόμαστε στον καθρέφτη, έτσι κι αλλιώς αυτοί είμαστε και η ουσία δεν θα κρίνεται, παρά μέσα μας. Σε όσα νοιώθουμε, σε όσα μάθαμε, σε όσα δίνουμε σε όσα χαιρόμαστε σε όσα δίνουν νόημα στην ύπαρξή μας.
Δεν θα ανεβούμε σε ζυγαριά, η λιτή ζωή και η μη εξάρτηση από την άμετρη κατανάλωση θα δώσουν το σωστό μέτρο και δεν χρειάζεται άλλο μέτρημα.
Δεν θα έχουμε μαζί καλλυντικά, εκτός από αντηλιακό, η ομορφιά θα αναβλύζει από την επαφή μας με τη φύση και την έλλειψη τοξινών.
Δεν θα έχουμε υπολογιστή μαζί, γιατί «το ταξίδι» θα είναι αποτοξίνωση ολοκληρωτική.

Ναι λοιπόν θα λείψω όλο το καλοκαίρι, καθόλου δεν θα λυπηθώ που δεν θα είμαι παρούσα στις εξελίξεις, όλο νοιώθω πια πως δεν επηρεάζονται στο ελάχιστο από κανέναν.
Το ερώτημα είναι επηρεάζονταν ποτέ;
Ναι.
και
Όχι.
Λοιπόν το ταξίδι αυτό που θα το κάνω, Θα είναι ο μήνας του μέλιτος, που δεν έκανα τότε. Που δεν έκανα ποτέ. (Προσαυξημένος με τους απαραίτητους τόκους) Αυτό που δεν έκανα Τότε που έπρεπε {«να βγει» η γιορτή νεολαίας} και δεν μπορούσαμε να την αφήσουμε στη μοίρα της και να τρέχουμε σε «μήνες του μέλιτος» και άλλα τέτοια μικροαστικά!

Όμως μη βιαστείτε να με μακαρίσετε ούτε να ζηλέψετε.
Ακόμα δεν ήρθε η ώρα του, ελπίζω πώς θα έρθει, μια και το ονειρεύομαι πολύ και πιστεύω πώς το δικαιούμαι.

Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν χωρίς υποχρεώσεις;
Χωρίς πρέπει;
Και πότε νοιώθουμε την έννοια του καθήκοντος;
Πότε; Γεννιόμαστε έτσι;
Την αποκτάμε με τα γεγονότα, ή έρχονται οι μοίρες :

Έτσι μου το’ δωσαν οι μοίρες,
Η μια μετά την άλλη, τρεις φορές.
«Να υπολογίζεις το καθήκον, είπε επίσημα η πρώτη.
Το καθήκον, επανέλαβε η δεύτερη,
«και …να υπολογίζεις το καθήκον σου»,συμπλήρωσε η τρίτη.
Ήταν σαν το «τρις εις θάνατον»
για να μην μπορείς να ξεφύγεις απ΄τη μοίρα σου.
Η διαδρομή είναι πάντα η ίδια.
Δεν ξεφεύγεις ποτέ.

Του χρόνου τέτοιες μέρες θα αρμενίζω στα πέλαγα.
Μπορεί να μην πάω στην Κρήτη.
Μπορεί να πιάσω μια μια τις Κυκλάδες και να τις ξεκοκαλίσω μέχρι το μεδούλι.
Μπορεί τα Δωδεκάνησα!
Μπορεί και να είμαι στην Κούβα! Πριν αλλάξει ολοσχερώς.

Του χρόνου μόλις τελειώσουν οι πανελλήνιες θα έχω ένα μεγάλο σακ βουαγιαζ ανοιχτό πάνω στο κρεβάτι και θα βάζω μέσα ρούχα τυλιγμένα σε μικρά ρολά για να πιάνουν όσο γίνεται λιγότερο χώρο. Τριάντα μακό μπλουζάκια, τρία-τέσσερα μαλακά φαρδιά παντελόνια, δυο άσπρα, φαρδιά, αέρινα, ασιδέρωτα φορέματα, τέσσερις βερμούδες, μαγιό, πετσέτα θαλάσσης, εσώρουχα, μια μπλούζα φούτερ και μια ζακέτα. Επίσης σαγιονάρες, αθλητικά και εσπαντρίγιες. Αυτά. Τίποτα άλλο.